Η περίοδος που διανύουμε, που ξεκίνησε πέρσι, συνεχίζεται μέχρι τώρα και από ό,τι φαίνεται θα συνεχισθεί και στο μέλλον, χαρακτηρίζεται από έντονα πολιτικά και κοινωνικά γεγονότα. Η πρωτοφανής, για την ιστορία του τόπου μας αλλά και για την δράση του συνδικαλιστικού κινήματος, σε ένταση και έκταση επίθεση στα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα των εργαζόμενων που εξαπολύθηκε με αφορμή, η και άλλοθι, την οικονομική κρίση αναγκάζει όσους πραγματικά αγωνιούν για το μέλλον των εργαζόμενων και του συνδικαλιστικού κινήματος, να κάνουν ένα πρώτο απολογισμό των δεδομένων, των συνεπειών της αντεργατικής πολιτικής, την αντιμετώπισή της από το συνδικαλιστικό κίνημα και την πορεία που πρέπει να ακολουθήσει από δω και μπρός. Η κρίση έχει ισοπεδώσει βεβαιότητες και σχεδιασμούς τίποτα δεν είναι το ίδιο για τους εργαζόμενους και την νεολαία. Η εργατική τάξη, οι εργαζόμενοι της χώρας δέχονται σήμερα την μεγαλύτερη επίθεση από την εποχή του εμφυλίου πολέμου. Σήμερα, οι εργαζόμενοι βρίσκονται σε μια φάση απογοήτευσης, συσσωρευμένης οργής, αλλά και εξαγωγής συμπερασμάτων. Σε αυτές τις συνθήκες έχει μεγάλη σημασία η παρέμβαση του συνδικαλιστικού εργατικού κινήματος.
Το πρώτο συμπέρασμα που βγαίνει από την εμπειρία του Κλάδου μας είναι ότι η αντιπαράθεση σωματείου και εργοδοτών, άλλαξε χαρακτήρα, και η δράση του συνδικαλιστικού κινήματος πήρε άλλo περιεχόμενο. Μέχρι τώρα το συνδικαλιστικό κίνημα του κλάδου περιοριζόταν στην διεκδίκηση της ΣΣΕ, η της εφαρμογής της εργατικής νομοθεσίας και έλεγχε τις παραβιάσεις των. Η οποιαδήποτε αντιπαράθεση περιοριζόταν στα στενά πλαίσια μιας εταιρείας, δεν εμφανίζονταν οι γενικότερες συνέπειες στο κλάδο και συνήθως λυνόταν μέσα στα πλαίσια της συναίνεσης και της ηρεμίας της εταιρείας. Μέσα σε αυτή την αντίληψη γινόντουσαν και από μέρος του συνδικαλιστικού κινήματος παραχωρήσεις, που τις συνέπειες τους τις αντιμετωπίζουμε σήμερα σαν σύνολο του Κλάδου.
Η συμμετοχή του σε γενικότερες κινητοποιήσεις του συνδικαλιστικού κινήματος ήταν περιορισμένη και αφορούσε περισσότερο την αντιμετώπιση οριακών αλλαγών στο ασφαλιστικό μας σύστημα, κατά κύριο λόγο. Πολλές φορές η συμμετοχή σε γενικότερες κινητοποιήσεις συνέπιπταν η και συνδυάζονταν με την διεκδίκηση της ΣΣΕ. Δεν ήταν μια διαδικασία συμμετοχής που «έδενε» τους εργαζόμενους με τα γενικότερα αιτήματα, δεν βοηθούσε την συνειδητοποίηση τους για την γενικότερη φύση των προβλημάτων που μοιραία θα επηρέαζαν και τον Κλάδο.
Ξαφνικά το συνδικαλιστικό κίνημα του χώρου βρέθηκε μπροστά σε μια αντιπαράθεση που έπαιρνε έντονα πολιτικά χαρακτηριστικά, με την έννοια, ότι αντιμετώπιζε μια κυβερνητική πολιτική που με βίαιο τρόπο επιχειρούσε και επιχειρεί να μεταφέρει τα βάρη της κρίσης στους εργαζόμενους. Οι εργαζόμενοι μέσα από αυτή τη διαδικασία σύγκρουσης, βρισκόντουσαν στην ανάγκη να πολιτικοποιήσουν την σκέψη τους, να αναλογισθούν ποιος ευθύνεται για την κρίση, ποιος κερδίζει και ποιος πληρώνει γιαυτή.
Ο Βαθμός ανταπόκρισης σε αυτή την ανάγκη είχε καθορισθεί το προηγούμενο διάστημα μέσα από την επιμέρους δράση του κάθε σωματείου και της ΟΠΑΜ. Όσα σωματεία είχαν προετοιμάσει την συνείδηση των εργαζόμενων με την καθημερινή τους δράση, για τις γενικότερες εξελίξεις και για τις πιθανές συνέπειες, τόσο πιο συνειδητά συμμετείχαν στην αντιπαράθεση αυτή και στις απεργίες που πραγματοποιήθηκαν. Δυστυχώς αυτή δεν είναι η γενική εικόνα για τον χώρο μας. Στην επίθεση στο ασφαλιστικό μας σύστημα με τις τραγικές συνέπειες και για τις νέες γενιές αλλά και για τους παλιούς εργαζόμενους, και στην βίαιη αλλαγή των εργασιακών σχέσεων η στάση της ηγεσίας του κλάδου ήταν από συγκαταβατική έως συναινετική. Στις μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις, που συγκλόνισαν με την συμμετοχή των εργαζόμενων, η ΟΠΑΜ συμμετείχε είτε με τετράωρη στάση, η απείχε. Η στάση αυτή απογοήτευε τους εργαζόμενους και ενέτεινε την απαξίωση του συνδικαλιστικού κινήματος.
Σήμερα βρισκόμαστε μπροστά στη δημιουργία ενός ολόκληρου αντεργατικού οπλοστασίου, που αποθράσυνε τους εργοδότες και του κλάδου μας. Το καθοριστικό σημείο, στην αντιμετώπιση των επιδιώξεων των εργοδοτών του κλάδου, θα είναι η επιλογή που θα κάνει το συνδικαλιστικό κίνημα του χώρου αλλά και κάθε σωματείο ειδικότερα. Αν δηλ. κυριαρχήσει η αντίληψη ότι η εποχή δεν «σηκώνει» αντιδράσεις και ότι θα πρέπει να δείξουμε «ευελιξία» και «υπομονή» μέχρι να περάσει η κρίση, η, αν θα σταθούμε σταθεροί στον προορισμό μας για προστασία των εργαζόμενων και των κατακτήσεων του, κάτι που θα μειώσει και την επιθετικότητα των εργοδοτών. Άλλωστε δεν μας λείπουν τα παραδείγματα από την δράση του Συλλόγου. Η πρώτη αντίληψη οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην ηττοπάθεια, στην ανασφάλεια, στην τρομοκρατία, στην πλήρη κυριαρχία της αυθαιρεσίας των εργοδοτών. Η δεύτερη, έχει ανασταλτικές επιτυχίες και αντιστέκεται στην μακροχρόνια στόχευση των εργοδοτών που είναι όχι μόνο η κατάρρευση κάθε εργασιακής και κοινωνικής προστασίας, αλλά το κυριότερο, η χειραγώγηση του μυαλού και της σκέψης μας για να γίνουμε πειθήνια ανθρωπάκια με αντίτιμο ένα μεροκάματο η ένα μισθό κομμένο και ραμμένο στα μέτρα των συμφερόντων τους.
Βέβαια η προσπάθεια αυτή δεν είναι χωρίς δυσκολίες. Δυσκολεύεται και από το γεγονός ότι η ένταση της τρομοκρατίας και της ανασφάλειας, αναγκάζει πολλούς εργαζόμενους σε υποχωρήσεις η στη ατομική λύση. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την γενικότερη υπονόμευση της ΣΣΕ, την αποδυνάμωση των σωματείων και το ευκολότερη υλοποίηση των εργοδοτικών επιδιώξεων. Οι δυσκολίες επηρεάζουν την συνείδηση και την ψυχολογία των συναδέλφων. Η πρωτοφανής αυτή κατάσταση βάζει σε πρώτη γραμμή ζητήματα όπως η διάθεση γα συμμετοχή, ο φόβος μήπως στοχοποιηθούν αυτοί που ασχολούνται με το συνδικαλισμό, η επάρκεια γνώσης προκειμένου να αντιμετωπισθούν πολύπλοκα ζητήματα, ο ψευτοελιτισμός που υπάρχει σε ένα βαθμό στους συναδέλφους του κλάδου. Οι δυσκολίες πολλαπλασιάζονται από το γεγονός ότι ο κλάδος, παρ΄όλα τα κτυπήματα που έχει δεχθεί διαχρονικά, αδυνατεί, μέσω της ηγεσίας του, να πάρει πρωτοβουλίες που να αλλάζουν το βαλτωμένο σκηνικό του συνδικαλιστικού κινήματος, είτε όσον αφορά την δομή του, είτε το προσανατολισμό και δράση του. Και μπορεί ένα σωματείο να έχει ένα σωστό προσανατολισμό και συνέπεια στην δράση του, αλλά εάν το περιβάλλον του είναι αρνητικό, τότε, δυσκολεύεται πολύ η αποτελεσματικότητά του. Διότι όταν ένα σωματείο π.χ κάνει κάποια παραχώρηση στην ΣΣΕ τότε αυτό γίνεται άλλοθι και για άλλους εργοδότες. Και τέτοια παραδείγματα έχουμε αρκετά στον Κλάδο.
Η επίκληση των δυσκολιών βέβαια δεν πρέπει να μας στρέφει στην αναδίπλωση. Χωρίς καμιά διάθεση ωραιοποίησης βγαίνουν ορισμένα χρήσιμα συμπεράσματα:
-Παρ΄όλο που η αντίδραση των εργαζόμενων ήταν δυσανάλογη με την ένταση των αντιλαϊκών μέτρων, εντούτοις απέτρεψαν κάποιες ακραίες επιλογές. Κατ΄αναλογία το βλέπουμε και στο Κλάδο μας. Η αντίσταση είτε αποτρέπει είτε στην χειρότερη περίπτωση μειώνει τις συνέπειες.
-Η εποχή που τα επιμέρους σωματεία μπορούσαν να διαχειρισθούν τα του «οίκου» τους, απομονωμένοι από τον υπόλοιπο κλάδο η και το γενικότερο συνδικαλιστικό κίνημα, έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Η ανάδειξη των προβλημάτων στο σύνολο της κοινωνίας, η αλληλεγγύη και η συμπαράσταση κλάδων και χώρων, η αποκάλυψη της ταξικής φύσης των προβλημάτων, είναι παλιά αλλά πολύ επίκαιρα «όπλα» των εργαζόμενων.
-Η υποχώρηση ορισμένων εργαζόμενων σε ατομικές η και εργοδοτικές λύσεις, δεν μπορεί να συμπαρασύρουν την πλειοψηφία των συναδέλφων στην λογική να μην γίνουν το «μαύρο πρόβατο». Μια τέτοια πορεία θα ικανοποιούσε αφάνταστα τους εργοδότες και στο τέλος θα γινόντουσαν όλοι θύματα της αυθαιρεσίας τους. Αντίθετα με πνεύμα καλοπροαίρετης κριτικής και συναδελφικότητας να αναδεικνύεται η λαθεμένη επιλογή των συναδέλφων και να επισημαίνεται το κακό που κάνουν και στο ίδιο των εαυτό τους. Εξαιρούνται βέβαια περιπτώσεις που πρόκειται για συνειδητή επιλογή υπονόμευσης των συμφερόντων των εργαζομένων και εξυπηρέτησης του εργοδότη όπου εκεί πρέπει να είναι ιδιαίτερα αυστηροί.
-Τα νέα πολύπλοκα προβλήματα δημιουργούν νέες απαιτήσεις και στο συνδικαλιστικό κίνημα και ιδιαίτερα στους εκλεγμένους που αναλαμβάνουν να εκπροσωπήσουν αλλά και να διαχειρισθούν τις τύχες εργαζόμενων. Απαιτείται συνέπεια, ανιδιοτέλεια, επάρκεια γνώσης και όχι ερασιτεχνισμού, απαιτεί διάθεση για προσφορά και αυξημένο ηθικό βάρος.
-Τέλος θα πρέπει να αναλάβουν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι την ευθύνη για αλλαγή όλων αυτών που εμποδίζουν την επίτευξη των παραπάνω στόχων. Αν έχει βαλτώσει το συνδικαλιστικό κίνημα γιατί φταίει η δομή του τότε πρέπει να την αλλάξουν. Αν έχουν εκλέξει συνδικαλιστές που δεν τους εκπροσωπούν τότε πρέπει να τους αλλάξουν, αν πρέπει να είναι αυστηροί με κάποιους συναδέλφους τότε πρέπει να το κάνουν, αν πρέπει να αναλάβει ο καθένας προσωπικά μεγαλύτερη ευθύνη μέσα στο σωματείο τότε πρέπει να το κάνει. Κανένας άλλος δεν θα λύσει τα προβλήματα μας. Μόνο εμείς οι ίδιοι.
*Βάση του άρθρου αποτελεί ο απολογισμός δράσης του ΔΣ στην ΓΣ της 22.02.11
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου